Θεμελιώδης στα σουηδικά
Μετάφραση: θεμελιώδης, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grundläggande, grund, fundamental, fundamentala, avgörande
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεμελιώδης
θεμελιώδης ανάλυση, θεμελιώδης πανεπιστημιακή φυσική alonso finn, θεμελιώδης νόμος της δυναμικής, θεμελιώδης συχνότητα, θεμελιώδης συνώνυμα, θεμελιώδης λεξικό γλώσσας σουηδικά, θεμελιώδης στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- θεμέλιο στα σουηδικά - stiftelse, fundament, foundation, fundamentet, grund, grunden
- θεματοφύλακας στα σουηδικά - förvarings, depositarien, förvaringsinstitut, förvaringsinstitutet, depositarie
- θεμιτός στα σουηδικά - legitim, legitimt, legitima, berättigade, berättigat
- θεολογία στα σουηδικά - teologi, teologin, teologiska
Τυχαίες λέξεις
Θεμελιώδης στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: grundläggande, grund, fundamental, fundamentala, avgörande
Μεταφράσεις: grundläggande, grund, fundamental, fundamentala, avgörande