Θεμελιώδης στα ουγγρικά
Μετάφραση: θεμελιώδης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sarkalatos, alaphang, alapvető, az alapvető, alapvetı, alapvetö
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεμελιώδης
θεμελιώδης ανάλυση, θεμελιώδης πανεπιστημιακή φυσική alonso finn, θεμελιώδης νόμος της δυναμικής, θεμελιώδης συχνότητα, θεμελιώδης συνώνυμα, θεμελιώδης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θεμελιώδης στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- θεμέλιο στα ουγγρικά - alapítvány, Foundation, alapot, alapja, alapjait
- θεματοφύλακας στα ουγγρικά - letéteményes, kurátor, letéteményest, letéteményeshez, letéteményesnek, letéteményese
- θεμιτός στα ουγγρικά - jogos, törvényes, jogszerű, legitim, a jogos
- θεολογία στα ουγγρικά - teológia, teológiai, teológiát, a teológia, Theology
Τυχαίες λέξεις
Θεμελιώδης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sarkalatos, alaphang, alapvető, az alapvető, alapvetı, alapvetö
Μεταφράσεις: sarkalatos, alaphang, alapvető, az alapvető, alapvetı, alapvetö