Θεμελιώδης στα λευκορωσικά
Μετάφραση: θεμελιώδης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
асноўнай, асноўны, асноўнага, асноўная
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεμελιώδης
θεμελιώδης ανάλυση, θεμελιώδης πανεπιστημιακή φυσική alonso finn, θεμελιώδης νόμος της δυναμικής, θεμελιώδης συχνότητα, θεμελιώδης συνώνυμα, θεμελιώδης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, θεμελιώδης στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- θεμέλιο στα λευκορωσικά - аснова, падмурак
- θεματοφύλακας στα λευκορωσικά - дэпазітарый, дэпазітар
- θεμιτός στα λευκορωσικά - законны, законнае, законную, законная
- θεολογία στα λευκορωσικά - тэалогія, тэалёгія
Τυχαίες λέξεις
Θεμελιώδης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: асноўнай, асноўны, асноўнага, асноўная
Μεταφράσεις: асноўнай, асноўны, асноўнага, асноўная