Ατενίζω στα γαλλικά

Μετάφραση: ατενίζω, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
voir, bayer, regard, vue, regarder, badauder, fixer, regarder fixement, stare
Ατενίζω στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατενίζω

ατενίζω λεξικό, ατενίζω ετυμολογία, ατενίζω μια πατρίδα, ατενίζω ορισμός, ατενίζω σημασια, ατενίζω λεξικό γλώσσας γαλλικά, ατενίζω στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αταραξία στα γαλλικά - repos, calme, paix, impassibilité, tranquillité, flegme, quiétisme, ...
  • ατελιέ στα γαλλικά - séminaire, atelier, manufacture, studio, en studio, studios, studio de
  • ατζαμής στα γαλλικά - fondateur, débutant, godiche, pénible, inhabile, désagréable, embarrassé, ...
  • ατημέλητος στα γαλλικά - crasseux, salaud, sale, malpropre, miteux, négligé, en, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατενίζω στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: voir, bayer, regard, vue, regarder, badauder, fixer, regarder fixement, stare