Ατενίζω στα κροατικά
Μετάφραση: ατενίζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gledati, buljiti, piljiti, zure, zuriti, bulje, stare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατενίζω
ατενίζω λεξικό, ατενίζω ετυμολογία, ατενίζω μια πατρίδα, ατενίζω ορισμός, ατενίζω σημασια, ατενίζω λεξικό γλώσσας κροατικά, ατενίζω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- αταραξία στα κροατικά - pribranost, mirnoća, kvijetizam
- ατελιέ στα κροατικά - radionica, radionici, studio, studijski, apartmanu, studio apartman, studio za
- ατζαμής στα κροατικά - mučan, neokretan, početnica, trapav, neugodan, nezgrapan, početnik, ...
- ατημέλητος στα κροατικά - aljkavo, u, na, je u, se u, za
Τυχαίες λέξεις
Ατενίζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: gledati, buljiti, piljiti, zure, zuriti, bulje, stare
Μεταφράσεις: gledati, buljiti, piljiti, zure, zuriti, bulje, stare