Ατενίζω στα σλοβακικά
Μετάφραση: ατενίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zízať, stare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατενίζω
ατενίζω λεξικό, ατενίζω ετυμολογία, ατενίζω μια πατρίδα, ατενίζω ορισμός, ατενίζω σημασια, ατενίζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, ατενίζω στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- αταραξία στα σλοβακικά - Quietism
- ατελιέ στα σλοβακικά - výrobňa, štúdio, studio, salón
- ατζαμής στα σλοβακικά - začiatočník, neohrabaný, nemotorný, nováčik, Začiatočník, odborník, Nováček, ...
- ατημέλητος στα σλοβακικά - otrhaný, lajdácky, nedbalý, špinavý, zanedbaný, v, na
Τυχαίες λέξεις
Ατενίζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: zízať, stare
Μεταφράσεις: zízať, stare