Ατενίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ατενίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
зјапа, зјапаат, загледуваа, втренчен, се зјапа
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατενίζω
ατενίζω λεξικό, ατενίζω ετυμολογία, ατενίζω μια πατρίδα, ατενίζω ορισμός, ατενίζω σημασια, ατενίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ατενίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αταραξία στα σλαβομακεδονικά - quietism
- ατελιέ στα σλαβομακεδονικά - Студио, студиото, студиски, Studio, ателје
- ατζαμής στα σλαβομακεδονικά - greenhorn
- ατημέλητος στα σλαβομακεδονικά - во, со, на, за, од
Τυχαίες λέξεις
Ατενίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: зјапа, зјапаат, загледуваа, втренчен, се зјапа
Μεταφράσεις: зјапа, зјапаат, загледуваа, втренчен, се зјапа