Εποχικός στα γαλλικά
Μετάφραση: εποχικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
saisonnier, saisonnalité, la saisonnalité, caractère saisonnier, saisonnières
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποχικός
εποχικός πυροσβέστης, εποχικός διμορφισμός, εποχικός εποχιακός, εποχικός ή εποχιακός, εποχικός μπαμπινιώτης, εποχικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, εποχικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- εποφθαλμιώ στα γαλλικά - convoiter, appéter, briguer, convoiteras, convoiteras point, convoitent, convoite
- εποχή στα γαλλικά - vieillis, vieillesse, vieillissez, ère, vieillissent, durée, âge, ...
- επτά στα γαλλικά - sept, cribler, de sept, à sept, sept ans
- επωάζω στα γαλλικά - écluse, portillon, couver, hachurer, éclosion, couvée, couvain, ...
Τυχαίες λέξεις
Εποχικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: saisonnier, saisonnalité, la saisonnalité, caractère saisonnier, saisonnières
Μεταφράσεις: saisonnier, saisonnalité, la saisonnalité, caractère saisonnier, saisonnières