Εποχικός στα σουηδικά
Μετάφραση: εποχικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
säsongs, säsongsvariationer, säsongsvariation, säsongsbundenhet, säsongsmönster
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποχικός
εποχικός πυροσβέστης, εποχικός διμορφισμός, εποχικός εποχιακός, εποχικός ή εποχιακός, εποχικός μπαμπινιώτης, εποχικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, εποχικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εποφθαλμιώ στα σουηδικά - åtrå, ha begär, eftertrakta, ha begär till, hava begärelse, ha begärelse
- εποχή στα σουηδικά - era, epok, tidsålder, ålder, skede, säsong, säsongen, ...
- επτά στα σουηδικά - sju, syv
- επωάζω στα σουηδικά - kläcka, grubbla, kull, grubblar, avel, barnaskara
Τυχαίες λέξεις
Εποχικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: säsongs, säsongsvariationer, säsongsvariation, säsongsbundenhet, säsongsmönster
Μεταφράσεις: säsongs, säsongsvariationer, säsongsvariation, säsongsbundenhet, säsongsmönster