Εποχικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: εποχικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szezonalitást, szezonalitás, a szezonalitás, szezonális jelleg, szezonalitása
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποχικός
εποχικός πυροσβέστης, εποχικός διμορφισμός, εποχικός εποχιακός, εποχικός ή εποχιακός, εποχικός μπαμπινιώτης, εποχικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εποχικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εποφθαλμιώ στα ουγγρικά - megkíván, kívánd, kívánd a, kívánjad
- εποχή στα ουγγρικά - éra, életkor, kor, évad, idény, szezon, szezonban, ...
- επτά στα ουγγρικά - hét, hetes, a hét, seven
- επωάζω στα ουγγρικά - fészekalja, Brood, a Brood, fiasítás, ivadékaik
Τυχαίες λέξεις
Εποχικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szezonalitást, szezonalitás, a szezonalitás, szezonális jelleg, szezonalitása
Μεταφράσεις: szezonalitást, szezonalitás, a szezonalitás, szezonális jelleg, szezonalitása