Εποχικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: εποχικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сезонний, сезонність, Сезонність Ціна
Εποχικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εποχικός

εποχικός πυροσβέστης, εποχικός διμορφισμός, εποχικός εποχιακός, εποχικός ή εποχιακός, εποχικός μπαμπινιώτης, εποχικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εποχικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • εποφθαλμιώ στα ουκρανικά - жадайте, домагатися, домагатись, досліджувати власну
  • εποχή στα ουκρανικά - епоха, ера, вік, сезон
  • επτά στα ουκρανικά - сімка, сім, семеро, сьомій
  • επωάζω στα ουκρανικά - ґрати, обдумувати, народжуватись, заслінка, виводок, виведень
Τυχαίες λέξεις
Εποχικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сезонний, сезонність, Сезонність Ціна