Οδοιπορία στα γαλλικά
Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
voyager, avancer, voyage, trajet, expédition, mars
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοιπορία
συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας γαλλικά, οδοιπορία στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- οδηγός στα γαλλικά - introducteur, patachon, indice, directive, indicateur, guidez, commander, ...
- οδηγώ στα γαλλικά - campagne, entraîne, guider, dynamisme, entraînent, chasser, pourchasser, ...
- οδοντίατρος στα γαλλικά - dentiste, le dentiste, un dentiste, praticien, dentistes
- οδοντικός στα γαλλικά - dental, dentaire, dentaires, soins dentaires, dentiste, de soins dentaires
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: voyager, avancer, voyage, trajet, expédition, mars
Μεταφράσεις: voyager, avancer, voyage, trajet, expédition, mars