Οδοιπορία στα ουγγρικά

Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
költözés, március, felvonulás, márciusában, menetelés, menet
Οδοιπορία στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδοιπορία

συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οδοιπορία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • οδηγός στα ουγγρικά - útikönyv, útmutató, példamutatás, útikalauz, kalauz, irányítani, vezető, ...
  • οδηγώ στα ουγγρικά - kocsifelhajtó, mozgalom, labdaütés, hajtás, meghajtó, autóútra, meghajtót
  • οδοντίατρος στα ουγγρικά - fogorvos, fogász, fogorvoshoz, fogorvosa, fogorvosnak
  • οδοντικός στα ουγγρικά - fogászati, fog, fogorvosi, a fogászati, fogtechnikai
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: költözés, március, felvonulás, márciusában, menetelés, menet