Οδοιπορία στα ισπανικά
Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
marcha, marzo, de marzo, marzo de, de marzo de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοιπορία
συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας ισπανικά, οδοιπορία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- οδηγός στα ισπανικά - dirigir, conducir, guiar, orientar, chofer, guía, conductor, ...
- οδηγώ στα ισπανικά - conducir, manejar, vigor, guiar, unidad, en coche, unidad de, ...
- οδοντίατρος στα ισπανικά - dentista, odontólogo, dentista de, el dentista, del dentista
- οδοντικός στα ισπανικά - dental, dentales, dental de, odontológica, odontológico
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: marcha, marzo, de marzo, marzo de, de marzo de
Μεταφράσεις: marcha, marzo, de marzo, marzo de, de marzo de