Οδοιπορία στα τσεχικά
Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
cestování, cestovat, výprava, cesta, jít, pochod, března, březen, pochodu, march
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοιπορία
συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας τσεχικά, οδοιπορία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- οδηγός στα τσεχικά - průvodce, řídit, směrnice, automobilista, oznamovací, kočí, vozka, ...
- οδηγώ στα τσεχικά - vézt, jízda, náhon, mířit, vjezd, cesta, provozovat, ...
- οδοντίατρος στα τσεχικά - dentista, zubař, zubařka, zubní lékař, zubaře, zubního lékaře
- οδοντικός στα τσεχικά - dentální, zubní, zubního, zubních, stomatologické
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: cestování, cestovat, výprava, cesta, jít, pochod, března, březen, pochodu, march
Μεταφράσεις: cestování, cestovat, výprava, cesta, jít, pochod, března, březen, pochodu, march