Οδοιπορία στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
март, маршот, марш, ти март
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοιπορία
συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οδοιπορία στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- οδηγός στα σλαβομακεδονικά - водич, води, водење на, водење, водат
- οδηγώ στα σλαβομακεδονικά - диск, возење, вози, дискот, уредот
- οδοντίατρος στα σλαβομακεδονικά - стоматолог, забар, заболекар, стоматологот, стоматолошки
- οδοντικός στα σλαβομακεδονικά - стоматолошки, стоматолошка, дентална, забни, стоматолошката
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: март, маршот, марш, ти март
Μεταφράσεις: март, маршот, марш, ти март