Οδοιπορία στα τούρκικα
Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδοιπορία
συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας τούρκικα, οδοιπορία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- οδηγός στα τούρκικα - şoför, kılavuz, rehber, sürücü, rehberlik, yol, kılavuzu
- οδηγώ στα τούρκικα - sürücü, tahrik, sürücüsü, disk, mesafededir
- οδοντίατρος στα τούρκικα - dişçi, diş hekiminiz, diş hekimi, hekiminiz, dişhekimi
- οδοντικός στα τούρκικα - diş, dental, Dişçi, dişhekimliği, diş tedavisi
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş
Μεταφράσεις: marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş