Οδοιπορία στα φινλανδικά

Μετάφραση: οδοιπορία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tarpoa, vaellus, marssi, marssia, maaliskuuta, päivänä maaliskuuta, maaliskuussa
Οδοιπορία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδοιπορία

συν-οδοιπορία, οδοιπορία στο φωσ και τη σκιά τησ ελλάδασ, οδοιπορία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, οδοιπορία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • οδηγός στα φινλανδικά - ajuri, ohjaaja, johdattaa, malli, opaskirja, säädellä, ohje, ...
  • οδηγώ στα φινλανδικά - ajaa, jyrätä, kyyditä, kuljettaa, ohjata, körötellä, saattaa, ...
  • οδοντίατρος στα φινλανδικά - hammaslääkäri, hammaslääkärin, dentist, hammaslääkärissä, hammaslääkäriin
  • οδοντικός στα φινλανδικά - hammas-, Dental, hampaiden, hammaslääkärin, hammashoidon
Τυχαίες λέξεις
Οδοιπορία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tarpoa, vaellus, marssi, marssia, maaliskuuta, päivänä maaliskuuta, maaliskuussa