Προσωπικότητα στα γαλλικά

Μετάφραση: προσωπικότητα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caractère, individualité, figure, personnalité, la personnalité, de la personnalité, de personnalité, une personnalité
Προσωπικότητα στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικότητα

προσωπικότητα τύπου d, προσωπικότητα ετυμολογία, προσωπικότητα χαρακτήρας, προσωπικότητα και ατομικές διαφορές, προσωπικότητα συνώνυμο, προσωπικότητα λεξικό γλώσσας γαλλικά, προσωπικότητα στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • προσωπικό στα γαλλικά - personnelle, canne, faculté, état-major, personnel, bâton, effectifs, ...
  • προσωπικός στα γαλλικά - subjectif, propre, particulier, personnel, individuel, personnelle, personnels, ...
  • προσωποποιώ στα γαλλικά - personnifier, personnifient, personnifiez, personnifions, personnaliser, matérialiser, imiter, ...
  • προσωρινά στα γαλλικά - instantanément, passagèrement, momentanément, provisoirement, temporairement, temporaire, temporairement en
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικότητα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: caractère, individualité, figure, personnalité, la personnalité, de la personnalité, de personnalité, une personnalité