Προσωπικότητα στα ρωσικά

Μετάφραση: προσωπικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
деятель, особа, персона, характер, лицо, личность, индивидуальность, личности, личностью
Προσωπικότητα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικότητα

προσωπικότητα τύπου d, προσωπικότητα ετυμολογία, προσωπικότητα χαρακτήρας, προσωπικότητα και ατομικές διαφορές, προσωπικότητα συνώνυμο, προσωπικότητα λεξικό γλώσσας ρωσικά, προσωπικότητα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • προσωπικό στα ρωσικά - флагшток, штаб, штат, кадры, древко, палка, поддержка, ...
  • προσωπικός στα ρωσικά - личный, самоличный, персональный, единоличный, собственный, движимый, личная, ...
  • προσωποποιώ στα ρωσικά - персонифицировать, воплотить, олицетворять, воплощать, выдавать себя, выдавать себя за, выдавать, ...
  • προσωρινά στα ρωσικά - ежеминутно, временно, немедленно, временного, временной, временное
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικότητα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: деятель, особа, персона, характер, лицо, личность, индивидуальность, личности, личностью