Προσωπικότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: προσωπικότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
isiksus, isikupära, isik, isiku, isiksuse
Προσωπικότητα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικότητα

προσωπικότητα τύπου d, προσωπικότητα ετυμολογία, προσωπικότητα χαρακτήρας, προσωπικότητα και ατομικές διαφορές, προσωπικότητα συνώνυμο, προσωπικότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, προσωπικότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • προσωπικό στα εσθονικά - töötajad, personal, sau, töötajate, personali, töötajatele
  • προσωπικός στα εσθονικά - isikuline, isiklik, isikliku, isikuandmete, isiklikku, isiklike
  • προσωποποιώ στα εσθονικά - kehastama, kehastamiseks, kehastada, esinema, Imitoida
  • προσωρινά στα εσθονικά - ajutiselt, hetkega, hetkeks, ajutise, ajutine, ajutiseks, ajutist
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: isiksus, isikupära, isik, isiku, isiksuse