Προσωπικότητα στα σουηδικά

Μετάφραση: προσωπικότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
personlighet, person, personligheten, personlighets, personer
Προσωπικότητα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικότητα

προσωπικότητα τύπου d, προσωπικότητα ετυμολογία, προσωπικότητα χαρακτήρας, προσωπικότητα και ατομικές διαφορές, προσωπικότητα συνώνυμο, προσωπικότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσωπικότητα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • προσωπικό στα σουηδικά - stab, personal, personalen, anställda, personal som
  • προσωπικός στα σουηδικά - enskild, personlig, personliga, person, personligt
  • προσωποποιώ στα σουηδικά - personifiera, imitera, uppträda, uppträda som, likna
  • προσωρινά στα σουηδικά - tillfälligt, temporärt, tillfällig, tillfället, för tillfället
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: personlighet, person, personligheten, personlighets, personer