Αποφασιστικός στα γερμανικά

Μετάφραση: αποφασιστικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entscheidend, maßgeblich, ausschlaggebend, maßgebend, entscheidende, entscheidenden
Αποφασιστικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφασιστικός

αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, αποφασιστικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αποφασίζω στα γερμανικά - maßstab, oberherrschaft, entschlossenheit, herrschen, erklärung, vorschrift, regieren, ...
  • αποφασισμένος στα γερμανικά - entschlossen, entschieden, zielstrebig, bestimmt, ermittelt
  • αποφασιστικότητα στα γερμανικά - zielstrebigkeit, bestimmtheit, entscheidung, absicht, entschluss, bestimmung, entschlossenheit, ...
  • αποφεύγω στα γερμανικά - entkommen, trick, kniff, meiden, entwischen, winkelzug, vermeiden, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: entscheidend, maßgeblich, ausschlaggebend, maßgebend, entscheidende, entscheidenden