Αποφασιστικός στα σουηδικά
Μετάφραση: αποφασιστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avgörande, beslut, bestämmande, ett avgörande, av avgörande
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφασιστικός
αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, αποφασιστικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αποφασίζω στα σουηδικά - beslut, styra, linjal, härskare, behärska, regera, princip, ...
- αποφασισμένος στα σουηδικά - resolut, bestämd, bestäms, bestämdes, bestämmas, fastställas
- αποφασιστικότητα στα σουηδικά - beslut, fasthet, bestämning, beslutsamhet, fastställande, fastställandet, bestämn
- αποφεύγω στα σουηδικά - undvika, sky, knep, undvika att, att undvika, undviker, undvikas
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: avgörande, beslut, bestämmande, ett avgörande, av avgörande
Μεταφράσεις: avgörande, beslut, bestämmande, ett avgörande, av avgörande