Αποφασιστικός στα εσθονικά
Μετάφραση: αποφασιστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
määrav, otsustav, otsustava, otsustavat, otsustavaks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφασιστικός
αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, αποφασιστικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αποφασίζω στα εσθονικά - seadus, otsusekindlus, reegel, otsustama, lahendama, valitsema, määrama, ...
- αποφασισμένος στα εσθονικά - kindlaksmääratud, kindlaks, määratakse, määratud, määratakse kindlaks
- αποφασιστικότητα στα εσθονικά - otsusekindlus, lõplikkus, lahend, määrus, määratlemine, määramine, määramiseks, ...
- αποφεύγω στα εσθονικά - kõrvalelibisemine, hoiduma, vältima, vältida, vältimiseks, hoida, vältimaks
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: määrav, otsustav, otsustava, otsustavat, otsustavaks
Μεταφράσεις: määrav, otsustav, otsustava, otsustavat, otsustavaks