Αποφασιστικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αποφασιστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одлучувачки, одлучувачка, решавачки, одлучувачко, решавачка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφασιστικός
αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αποφασιστικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αποφασίζω στα σλαβομακεδονικά - да одлучи, одлучи, одлучува, одлучуваат, одлучите
- αποφασισμένος στα σλαβομακεδονικά - утврдени, утврдува, определени, утврден, утврди
- αποφασιστικότητα στα σλαβομακεδονικά - определување, определувањето, утврдување, одредување, определба
- αποφεύγω στα σλαβομακεδονικά - избегне, се избегне, се избегнат, избегнат, избегнете
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: одлучувачки, одлучувачка, решавачки, одлучувачко, решавачка
Μεταφράσεις: одлучувачки, одлучувачка, решавачки, одлучувачко, решавачка