Αποφασιστικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποφασιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
meghatározó, döntő, határozott, döntı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφασιστικός
αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποφασιστικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποφασίζω στα ουγγρικά - vonalzó, szokvány, eltökéltség, dönt, dönteni, döntenek, eldönteni
- αποφασισμένος στα ουγγρικά - határozzák meg, határozzák, meghatározni, határozza, határozza meg
- αποφασιστικότητα στα ουγγρικά - véghatározat, meghatározás, meghatározása, meghatározására, meghatározását, meghatározásához
- αποφεύγω στα ουγγρικά - félreugrás, elkerülése, Kerülendő, elkerüljék, elkerülése érdekében, elkerülésére
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: meghatározó, döntő, határozott, döntı
Μεταφράσεις: meghatározó, döntő, határozott, döntı