Αποφασιστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: αποφασιστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozhodující, energický, směrodatný, rázný, rozhodný, rozhodujícím, určující, rozhodné
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφασιστικός
αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποφασιστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αποφασίζω στα τσεχικά - rozštěpit, udávat, pravítko, přimět, nařízení, řehole, rozhodnout, ...
- αποφασισμένος στα τσεχικά - odhodlaný, rozhodný, pevný, stanoveno, určeny, určeno, stanoven, ...
- αποφασιστικότητα στα τσεχικά - odhodlání, stanovení, rozhodnutí, determinace, určení, pevnost, rozhodování, ...
- αποφεύγω στα τσεχικά - fígl, finta, trik, obejít, uniknout, úskok, obcházet, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: rozhodující, energický, směrodatný, rázný, rozhodný, rozhodujícím, určující, rozhodné
Μεταφράσεις: rozhodující, energický, směrodatný, rázný, rozhodný, rozhodujícím, určující, rozhodné