Διεισδυτικός στα γερμανικά

Μετάφραση: διεισδυτικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stechend, durchdringend, aufdringlich, Intrusive, aufdringliche, intrusiven, aufdringlichen
Διεισδυτικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεισδυτικός

διεισδυτικός καρκινος, διεισδυτικός συνώνυμο, διεισδυτικός πλακούντας, διεισδυτικός συνωνυμα, διεισδυτικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, διεισδυτικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • διεγείρω στα γερμανικά - erwachen, stimulieren, anregen, erregen, wecken, erwecken, aufwachen, ...
  • διεθνής στα γερμανικά - international, internationalen, internationale, internationaler, internationales
  • διεκδίκηση στα γερμανικά - anrecht, claim, forderung, förderrecht, anspruch, schuldforderung, recht, ...
  • διεκδικώ στα γερμανικά - anrecht, wortstreit, auseinandersetzung, claim, recht, schuldforderung, forderung, ...
Τυχαίες λέξεις
Διεισδυτικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: stechend, durchdringend, aufdringlich, Intrusive, aufdringliche, intrusiven, aufdringlichen