Διεισδυτικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: διεισδυτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tolakodó, Intrusive, beavatkozó, intruzív, zavaró
Διεισδυτικός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεισδυτικός

διεισδυτικός καρκινος, διεισδυτικός συνώνυμο, διεισδυτικός πλακούντας, διεισδυτικός συνωνυμα, διεισδυτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διεισδυτικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διεγείρω στα ουγγρικά - izgat, gerjeszti, gerjesztésére, lelkesíteni, excite
  • διεθνής στα ουγγρικά - nemzetközi, a nemzetközi
  • διεκδίκηση στα ουγγρικά - követelés, igény, igénypont, állítás, állítást
  • διεκδικώ στα ουγγρικά - vitatkozás, érvényesíteni, állítják, azt állítják
Τυχαίες λέξεις
Διεισδυτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tolakodó, Intrusive, beavatkozó, intruzív, zavaró