Διεισδυτικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: διεισδυτικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
terävä, syvällekäyvä, läpitunkeva, veitsenterävä, tunkeileva, Intrusive, tungettelevaa, tungettelevia, tungetteleva
Διεισδυτικός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεισδυτικός

διεισδυτικός καρκινος, διεισδυτικός συνώνυμο, διεισδυτικός πλακούντας, διεισδυτικός συνωνυμα, διεισδυτικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διεισδυτικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διεγείρω στα φινλανδικά - nostattaa, loihtia, havahduttaa, ärsyttää, yllyttää, kehottaa, kiihottaa, ...
  • διεθνής στα φινλανδικά - kansainvälinen, kansainvälisen, kansainvälisten, kansainvälistä, kansainvälisiä
  • διεκδίκηση στα φινλανδικά - oikeus, saatava, omistusoikeus, vetoomus, vaade, väite, vaatimus, ...
  • διεκδικώ στα φινλανδικά - riita, eittää, inttää, kiista, omistusoikeus, vetoomus, jupakka, ...
Τυχαίες λέξεις
Διεισδυτικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: terävä, syvällekäyvä, läpitunkeva, veitsenterävä, tunkeileva, Intrusive, tungettelevaa, tungettelevia, tungetteleva