Διεισδυτικός στα λετονικά
Μετάφραση: διεισδυτικός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
uzbāzīgs, uzmācīgs, Intrusive, uzmācīgi, uzbāzīgu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διεισδυτικός
διεισδυτικός καρκινος, διεισδυτικός συνώνυμο, διεισδυτικός πλακούντας, διεισδυτικός συνωνυμα, διεισδυτικός λεξικό γλώσσας λετονικά, διεισδυτικός στα λετονικά
Μεταφράσεις
- διεγείρω στα λετονικά - pamodināt, izraisīt, stimulēt, rosināt, modināt, satraukt, ierosināšanai, ...
- διεθνής στα λετονικά - starptautisks, starptautiskā, starptautisko, starptautiskās, starptautiska
- διεκδίκηση στα λετονικά - pretenzija, prasība, prasību, apgalvojums, prasījums
- διεκδικώ στα λετονικά - strīdēties, ķildoties, strīds, konflikts, nesaskaņa, aizstāvēt, apgalvot, ...
Τυχαίες λέξεις
Διεισδυτικός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: uzbāzīgs, uzmācīgs, Intrusive, uzmācīgi, uzbāzīgu
Μεταφράσεις: uzbāzīgs, uzmācīgs, Intrusive, uzmācīgi, uzbāzīgu