Αμόνι στα εσθονικά

Μετάφραση: αμόνι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alasi, alasit, alasiga, anvil, alasi vahel
Αμόνι στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμόνι

αμόνι εργαλείο, αμόνι αγορά, αμόνι βιβλιοπωλείο, αμόνι καρδαμύλη, αμόνι σοφικού, αμόνι λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμόνι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αμφισβητώ στα εσθονικά - kahtlema, kahtlus, diskrediteerima, küsimus, küsimuse, küsimusele, kõnealuse, ...
  • αμφισημία στα εσθονικά - mitmemõttelisus, ebaselgust, ebaselguse, mitmetähenduslikkus
  • αμύγδαλο στα εσθονικά - mandel, mandli, mandliõli, mandli-, mandlikujulised
  • αμύνομαι στα εσθονικά - kaitsma, kaitsta, kaitseks, kaitsmiseks, kaitsevad
Τυχαίες λέξεις
Αμόνι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: alasi, alasit, alasiga, anvil, alasi vahel