Αμόνι στα σλοβενικά

Μετάφραση: αμόνι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nakovalo, nakovala, anvil, Nakovanj
Αμόνι στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμόνι

αμόνι εργαλείο, αμόνι αγορά, αμόνι βιβλιοπωλείο, αμόνι καρδαμύλη, αμόνι σοφικού, αμόνι λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αμόνι στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • αμφισβητώ στα σλοβενικά - dvom, dvomiti, ostuda, vprašanje, vprašanja
  • αμφισημία στα σλοβενικά - dvoumnost, nejasnosti, nejasnost, dvoumnosti, dvoumno
  • αμύγδαλο στα σλοβενικά - mandljev, mandljevo, mandljeve, mandljevega, mandelj
  • αμύνομαι στα σλοβενικά - bránit, braniti, branim, se branim
Τυχαίες λέξεις
Αμόνι στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: nakovalo, nakovala, anvil, Nakovanj