Αποβλέπω στα εσθονικά

Μετάφραση: αποβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eesmärk, sihtima, siht, eesmärgid, eesmärke, eesmärkide, eesmärkidega
Αποβλέπω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποβλέπω

αποβλέπω μετάφραση, αποβλέπω συνώνυμα, προβλέπω συνώνυμο, προβλέπω ετυμολογία, αποβλέπω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αποβλέπω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αποβάλλω στα εσθονικά - katkestama, nurisünnitama, äparduma, suruvad, väljutada, välja saata, väljasaatmise, ...
  • αποβλάκωση στα εσθονικά - juhmistus, hämmeldus, juhmistumine, hämmastusega, hämmastusega EÜ
  • αποβλακώνω στα εσθονικά - nüristama, juhmistama, Turruttaa, Tylsistää, Ällistyttää, Hölmistyttää
  • αποβολή στα εσθονικά - väljaajamine, eksimus, abort, abordi, aborti, abortide, aborte
Τυχαίες λέξεις
Αποβλέπω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: eesmärk, sihtima, siht, eesmärgid, eesmärke, eesmärkide, eesmärkidega