Αμφιρρέπω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμφιρρέπω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þræða, straddle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφιρρέπω
αμφιρρέπω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμφιρρέπω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμφιθέατρο στα ισλανδικά - hringleikahús, hringleikahúsið, Amphitheater, Amphitheatre
- αμφιλεγόμενος στα ισλανδικά - umdeild, umdeilt, umdeildar, umdeildur, umdeilda
- αμφισβητήσιμος στα ισλανδικά - vafasamt, vafasama, varasamt, vafasöm, efa
- αμφισβητούμενος στα ισλανδικά - umdeild, umdeilt, umdeildar, umdeildur, umdeilda
Τυχαίες λέξεις
Αμφιρρέπω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þræða, straddle
Μεταφράσεις: þræða, straddle