Αμφιρρέπω στα σουηδικά

Μετάφραση: αμφιρρέπω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
straddle, frihöjd, med stor frihöjd, stor frihöjd, grenslar
Αμφιρρέπω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφιρρέπω

αμφιρρέπω λεξικό γλώσσας σουηδικά, αμφιρρέπω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αμφιθέατρο στα σουηδικά - amfiteater, amfiteatern, amphitheater
  • αμφιλεγόμενος στα σουηδικά - kontroversiell, kontroversiellt, kontroversiella, roversiella, omstridd
  • αμφισβητήσιμος στα σουηδικά - tvivel, tveksamt, ifrågasättas, tvivelaktiga, tvivelaktig
  • αμφισβητούμενος στα σουηδικά - kontroversiell, kontroversiellt, kontroversiella, roversiella, omstridd
Τυχαίες λέξεις
Αμφιρρέπω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: straddle, frihöjd, med stor frihöjd, stor frihöjd, grenslar