Αμφιρρέπω στα ιταλικά

Μετάφραση: αμφιρρέπω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
straddle, scavallatori, cavaliere, a cavaliere, cavaliere per
Αμφιρρέπω στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφιρρέπω

αμφιρρέπω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αμφιρρέπω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αμφιθέατρο στα ιταλικά - anfiteatro, dell'anfiteatro, all'anfiteatro, amphitheater, amphitheatre
  • αμφιλεγόμενος στα ιταλικά - controverso, controversa, controversi, controverse, discutibile
  • αμφισβητήσιμος στα ιταλικά - discutibile, discutibili, dubbio, dubbia, opinabile
  • αμφισβητούμενος στα ιταλικά - controverso, controversa, controversi, controverse, discutibile
Τυχαίες λέξεις
Αμφιρρέπω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: straddle, scavallatori, cavaliere, a cavaliere, cavaliere per