Αμφιρρέπω στα νορβηγικά
Μετάφραση: αμφιρρέπω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vakle, straddle, skreve, stor frihøyde, med stor frihøyde
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφιρρέπω
αμφιρρέπω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αμφιρρέπω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αμφιθέατρο στα νορβηγικά - amfi, amfiet, amfiteater, amfiteateret, amphitheater
- αμφιλεγόμενος στα νορβηγικά - kontroversiell, kontroversielt, kontroversielle, omstridt, omstridte
- αμφισβητήσιμος στα νορβηγικά - tvilsom, tvilsomt, tvilsomme, tvils, tvil
- αμφισβητούμενος στα νορβηγικά - kontroversiell, kontroversielt, kontroversielle, omstridt, omstridte
Τυχαίες λέξεις
Αμφιρρέπω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: vakle, straddle, skreve, stor frihøyde, med stor frihøyde
Μεταφράσεις: vakle, straddle, skreve, stor frihøyde, med stor frihøyde