Δέρνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: δέρνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
berja, sigra, flog
Δέρνω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέρνω

δέρνω τη γυναίκα μου, δέρνω συνώνυμα, δέρνω το παιδί μου, δέρνω τα παιδιά μου, όνειρο δέρνω, δέρνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δέρνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • δέος στα ισλανδικά - ótti, ótta, lotningu
  • δέρμα στα ισλανδικά - hörund, bjór, húð, húðina, húðin, í húð, húðinni
  • δέσιμο στα ισλανδικά - binda, að binda, batt, því að binda, bindur
  • δέσμευση στα ισλανδικά - skuldbinding, skuldbindingu, skuldbindingar, skuldbindingu um, vilji
Τυχαίες λέξεις
Δέρνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: berja, sigra, flog