Δέρνω στα φινλανδικά

Μετάφραση: δέρνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tykytys, poljento, hakkasivat, rytmi, jyskyttää, kukistaa, räpyttää, ruoskia, flog, piestä, ruoskivat, kuluttaa loppuun
Δέρνω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέρνω

δέρνω τη γυναίκα μου, δέρνω συνώνυμα, δέρνω το παιδί μου, δέρνω τα παιδιά μου, όνειρο δέρνω, δέρνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, δέρνω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • δέος στα φινλανδικά - pelko, jumalanpelko, kunnioitusta, awe, kunnioituksen
  • δέρμα στα φινλανδικά - nylkeä, kesi, talja, kavuta, nahka, vuota, kuori, ...
  • δέσιμο στα φινλανδικά - pakollinen, sitova, kansi, kastike, sidos, nauha, vaatetus, ...
  • δέσμευση στα φινλανδικά - velvoite, omistautuminen, uskollisuus, sitoumus, sitoutuminen, sitoutumista, sitoumuksen, ...
Τυχαίες λέξεις
Δέρνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tykytys, poljento, hakkasivat, rytmi, jyskyttää, kukistaa, räpyttää, ruoskia, flog, piestä, ruoskivat, kuluttaa loppuun