Δέρνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: δέρνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rytme, slag, hjerteslag, piske, flog
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέρνω
δέρνω τη γυναίκα μου, δέρνω συνώνυμα, δέρνω το παιδί μου, δέρνω τα παιδιά μου, όνειρο δέρνω, δέρνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δέρνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δέος στα νορβηγικά - ærefrykt, awe, imponerende
- δέρμα στα νορβηγικά - skinn, hud, huden, skin, hudens, folie
- δέσιμο στα νορβηγικά - knytte, binde, tying, å binde, å knytte
- δέσμευση στα νορβηγικά - troskap, engasjement, forpliktelse, satsing, engasjementet, forpliktelsen
Τυχαίες λέξεις
Δέρνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: rytme, slag, hjerteslag, piske, flog
Μεταφράσεις: rytme, slag, hjerteslag, piske, flog