Κουρέλι στα ισλανδικά

Μετάφραση: κουρέλι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flygsa, rag
Κουρέλι στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρέλι

το κουρέλι, χρυσό κουρέλι, κουρέλι faust, κουρέλι θέατρο, σαν κουρέλι, κουρέλι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κουρέλι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κουράζω στα ισλανδικά - Tucker
  • κουρέας στα ισλανδικά - hárskeri, Barber, rakari
  • κουρασμένος στα ισλανδικά - þreyttur, þreytt, þreytu, þreyttur á, þreytt á
  • κουραφέξαλα στα ισλανδικά - hnetur, rær, hnetum, rÃ|r
Τυχαίες λέξεις
Κουρέλι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: flygsa, rag