Κουρέλι στα λιθουανικά

Μετάφραση: κουρέλι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skarmalas, skuduras, draiskalas, driskana, kietoji sluoksniuotoji klintis, brizgalas
Κουρέλι στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρέλι

το κουρέλι, χρυσό κουρέλι, κουρέλι faust, κουρέλι θέατρο, σαν κουρέλι, κουρέλι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κουρέλι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κουράζω στα λιθουανικά - maistas, kykas, tucker, Našķis, liemenėlės nėrinių įsiuvas
  • κουρέας στα λιθουανικά - kirpėjas, Barber, kirpykla, kirpėjo, Barberio
  • κουρασμένος στα λιθουανικά - pavargęs, pavargę, pavargau, pavargote, pavargo
  • κουραφέξαλα στα λιθουανικά - riešutai, riešutų, veržlės, riešutus, veržles
Τυχαίες λέξεις
Κουρέλι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skarmalas, skuduras, draiskalas, driskana, kietoji sluoksniuotoji klintis, brizgalas