Κουρέλι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κουρέλι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
партал, крпа, крпата, партали, крпа за
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουρέλι
το κουρέλι, χρυσό κουρέλι, κουρέλι faust, κουρέλι θέατρο, σαν κουρέλι, κουρέλι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κουρέλι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κουράζω στα σλαβομακεδονικά - Такер, Tucker, на Такер, Такер и, домородечки оброци
- κουρέας στα σλαβομακεδονικά - бербер, берберот, берберски, берберница, берберин
- κουρασμένος στα σλαβομακεδονικά - уморни, уморна, уморен, изморени, уморно
- κουραφέξαλα στα σλαβομακεδονικά - ореви, навртки, јатчесто, навртките, јаткасти плодови
Τυχαίες λέξεις
Κουρέλι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: партал, крпа, крпата, партали, крпа за
Μεταφράσεις: партал, крпа, крпата, партали, крпа за