Ανάρμοστος στα ισπανικά
Μετάφραση: ανάρμοστος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
incorrecto, impropio, unbefitting
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάρμοστος
ανάρμοστος λεξικό γλώσσας ισπανικά, ανάρμοστος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ανάπηρος στα ισπανικά - baldar, mutilar, nulo, inválido, discapacitado, incapacitado, minusválido, ...
- ανάπτυξη στα ισπανικά - desarrollo, ampliación, evolución, crecimiento, incremento, el desarrollo, de desarrollo, ...
- ανάρρωση στα ισπανικά - convalecencia, recuperación, la recuperación, de recuperación, recuperación de, de recuperación de
- ανάρτηση στα ισπανικά - suspensión, la suspensión, de suspensión, suspensión de, colgante
Τυχαίες λέξεις
Ανάρμοστος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: incorrecto, impropio, unbefitting
Μεταφράσεις: incorrecto, impropio, unbefitting