Ανάρμοστος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανάρμοστος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Netinkama
Ανάρμοστος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάρμοστος

ανάρμοστος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανάρμοστος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανάπηρος στα λιθουανικά - neįgalusis, invalidai, neįgaliesiems, neįgaliųjų, išjungtas
  • ανάπτυξη στα λιθουανικά - raida, evoliucija, lavinimas, plėtra, plėtros, vystymosi, kūrimas, ...
  • ανάρρωση στα λιθουανικά - atsigavimas, atkūrimo, atkūrimas, išieškojimo, išieškojimas
  • ανάρτηση στα λιθουανικά - pauzė, pertrauka, sustabdymas, suspensija, pakaba, sustabdymo, suspensijos
Τυχαίες λέξεις
Ανάρμοστος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: Netinkama