Ανάρμοστος στα σουηδικά

Μετάφραση: ανάρμοστος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
opassande, unbefitting
Ανάρμοστος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάρμοστος

ανάρμοστος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανάρμοστος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ανάπηρος στα σουηδικά - ogiltig, inaktiverad, inaktive, inaktiv, inaktiverat, rörelsehindrade
  • ανάπτυξη στα σουηδικά - växt, utveckling, utvecklingen, utvecklings, utveckla
  • ανάρρωση στα σουηδικά - bättring, återvinning, återhämtning, återhämtningen, återhämtnings, återvinnings
  • ανάρτηση στα σουηδικά - rabatt, avtagande, suspension, suspensionen, fjädring, uppskov
Τυχαίες λέξεις
Ανάρμοστος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: opassande, unbefitting