Ανάρμοστος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ανάρμοστος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
unbefitting
Ανάρμοστος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάρμοστος

ανάρμοστος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ανάρμοστος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ανάπηρος στα σλαβομακεδονικά - лицата со хендикеп, инвалиди, хендикепираните, хендикепирани, оневозможено
  • ανάπτυξη στα σλαβομακεδονικά - развојот, онтогенеза, развој, развој на, за развој, развојот на
  • ανάρρωση στα σλαβομακεδονικά - обновување, наплата, обновување на, закрепнување, за обновување на
  • ανάρτηση στα σλαβομακεδονικά - суспензија, суспензијата, суспендирање, прекин, потпирање
Τυχαίες λέξεις
Ανάρμοστος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: unbefitting