Ηλεκτροδοτώ στα ισπανικά

Μετάφραση: ηλεκτροδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
electrificar, electrizar, electrifica
Ηλεκτροδοτώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλεκτροδοτώ

ηλεκτροδοτώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, ηλεκτροδοτώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ηλίθιος στα ισπανικά - idiota, tonto, imbécil, idiota de, idiot
  • ηλεκτρίζω στα ισπανικά - electrificar, electrizar, electrificación, electrify, la electrificación
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα στα ισπανικά - electrocardiograma, el electrocardiograma, electrocardiograma de, del electrocardiograma, de electrocardiograma
  • ηλεκτρολόγος στα ισπανικά - electricista, un electricista, electricista de, eléctrico, de electricista
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτροδοτώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: electrificar, electrizar, electrifica